Η αδυναμία της μόνιμης αφαίρεσης online περιεχομένου και εικόνων μπορούν να προσθέτουν περισσότερο άγχος στην ταλαιπωρία του θύματος. Η ψυχική επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη από τη σωματική. Ο καθένας μπορεί να λειτουργήσει ως θύτης με περιορισμένες πιθανότητες να τιμωρηθεί δεδομένου ότι το περιεχόμενο των πληροφοριών δεν ελέγχεται και δεν λογοκρίνεται κι έτσι δίνεται η δυνατότητα στον καθένα να δημοσιεύσει ό,τι θέλει.
Δυνητικά κάθε μαθητής θα μπορούσε να εμπλακεί σε περιστατικό κυβερνοεκφοβισμού. Ως θύτης διακρίνεται από ασυνήθιστα ελάχιστο άγχος και ανασφάλεια, νιώθει την ανάγκη να κυριαρχεί και να έχει τον έλεγχο της κατάστασης, αδυνατώντας να ελέγξει τον εαυτό του, πόσο μάλλον για τον πόνο που προκαλεί. Ως θύμα σπάνια υπερασπίζεται τον εαυτό του ή αντεπιτίθεται, αποσύρεται κλαίγοντας ή θυμώνοντας, είναι αγχώδης, εσωστρεφή και χωρίς πολλούς φίλους, δίχως κοινωνικές και διαπροσωπικές δεξιότητες, με παθητική στάση στα γεγονότα. Ως παρατηρητής, επιλέγει να μην εμπλακεί από φόβο, γιατί δεν ξέρει τι να κάνει, φοβάται την εκδίκηση, θεωρεί πως οι ενήλικες δεν θα τον πιστέψουν ή δεν θα κάνουν τίποτα. Αποτελούν τη σιωπηρή πλειοψηφία και οι θύτες το εκλαμβάνουν σαν έγκριση- αποδοχή.
Στους τρόπους αντιμετώπισης, η πρωτογενής είναι αμιγώς προληπτική παρέμβαση. Αφορά το σύνολο του πληθυσμού και περιλαμβάνει την ενημέρωση όλων (παιδιών, εφήβων, εκπαιδευτικών και γονέων) για θέματα νεανικής παραβατικότητας και την εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στις νέες μορφές νεανικής παραβατικότητας και σε τρόπους πρόληψης, εντοπισμού και αντιμετώπισης του φαινομένου. Στο πλαίσιο αυτό και των θεματικών παρουσιάσεων του κόμβου, δείτε την 3η κατά σειρά παραγωγή μας, εστιασμένη στο φαινόμενο του κυβερνοεκφοβισμού.