Οι ιστότοποι ελέγχθηκαν για να κριθεί αν ήταν εύκολα προσβάσιμες οι πληροφορίες σχετικά με τα βασικά χαρακτηριστικά των προϊόντων ή αν κρύβονταν στα «ψιλά γράμματα», κατά πόσο οι ιστότοποι παρείχαν διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις οποίες να μπορούν οι καταναλωτές να αποστείλουν τις ερωτήσεις και τα παράπονά τους, αλλά και για να εξακριβωθεί κατά πόσο οι ιστότοποι περιείχαν θεμιτούς συμβατικούς όρους. Τα κύρια προβλήματα που εντοπίστηκαν ήταν τα εξής:
-
Καταχρηστικές συμβατικές ρήτρες που στερούσαν από τους καταναλωτές το δικαίωμά τους να προσφεύγουν σε μέσα έννομης προστασίας ή το δικαίωμά τους να αποζημιώνονται για προϊόντα που δεν λειτουργούσαν σωστά.
-
Ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης: εξαιτίας της φύσης των downloads, οι επιχειρήσεις πρέπει να ενημερώνουν τους καταναλωτές πριν από την αγορά ότι δεν μπορούν να ακυρώνουν το κατέβασμα, εφόσον αυτό έχει αρχίσει. Παρόλα αυτά αυτό δεν συνέβαινε στο 42% των ιστοτόπων που ελέγχθηκαν.
-
Έλλειψη υποχρεωτικών πληροφοριών σχετικά με την ταυτότητα των εμπορικών επιχειρήσεων, συγκεκριμένα τη διεύθυνση e-mail τους, κάτι που στερεί από τους καταναλωτές ένα αποτελεσματικό δίαυλο επικοινωνίας.
Πέρα από τη σάρωση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρήγγειλε τη διενέργεια συμπληρωματικής έρευνας που αποκάλυψε ότι δεν παρέχονταν καθόλου ή παρέχονταν ελλιπείς πληροφορίες σχετικά με γεωγραφικούς περιορισμούς που μπορεί να ίσχυαν. Αυτές οι πληροφορίες είναι απαραίτητες για τους καταναλωτές, όταν ταξιδεύουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς κανονικά αναμένουν ότι θα μπορούν να έχουν πρόσβαση και να χρησιμοποιούν το ψηφιακό τους περιεχόμενο χωρίς εμπόδια σε όλη την ενιαία αγορά.
Η ίδια έρευνα αποκάλυψε επίσης ότι τα παιχνίδια που διαφημίζονταν ως «δωρεάν» συχνά απαιτούσαν κάποια πληρωμή σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς όμως αυτό να εξηγείται με σαφήνεια εκ των προτέρων. Αυτές οι πρακτικές στοχεύουν άμεσα τα παιδιά, την πιο ευάλωτη από τις καταναλωτικές ομάδες και υποχρεώνουν γονείς που επιτρέπουν στα παιδιά τους να παίζουν παιχνίδια από τις κινητές συσκευές τους να πληρώνουν τεράστιους λογαριασμούς.
Ποιο είναι το επόμενο βήμα;
Οι εθνικές διοικητικές ή νομικές διαδικασίες συνεχίζονται για 49 ιστοτόπους που δεν έχουν ακόμα συμμορφωθεί. Το συγκεκριμένο θέμα της αγοράς παιχνιδιών επανεξετάζεται επίσης για να διασφαλιστεί η καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών και να αποφευχθούν δυσανάλογες και μη αναμενόμενες χρεώσεις εξαιτίας της αγοράς παιχνιδιών από παιδιά.
Ιστορικό
Η «σάρωση» είναι ένας πανευρωπαϊκός έλεγχος ιστοτόπων για την εύρεση παραβιάσεων σχετικά με τη νομοθεσία για τους καταναλωτές και εν συνεχεία για την εξασφάλιση της εφαρμογής της. Η σάρωση συντονίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και διεξάγεται ταυτόχρονα από τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Η σάρωση ψηφιακού περιεχομένου έλαβε χώρα σε 26 κράτη μέλη της ΕΕ, στη Νορβηγία και την Ισλανδία τον Ιούνιο του 2012. Πρόκειται για την 6η σάρωση από το 2007.
Ένα αυξανόμενο ποσοστό των ευρωπαίων πολιτών αγοράζουν ψηφιακό περιεχόμενο: κατά μέσο όρο το 79% των ευρωπαίων πολιτών έχει χρησιμοποιήσει διαδικτυακές υπηρεσίες μουσικής και το 60% έχει παίξει διαδικτυακά παιχνίδια κατά τους 12 τελευταίους μήνες. Σύμφωνα με πηγές του σχετικού κλάδου η αξία του κατεβάσματος μουσικής στην ΕΕ ανήλθε στα 677 εκατομμύρια ευρώ το 2010. Οι καταναλωτές στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο εκτιμάται ότι ξόδεψαν 16,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε διαδικτυακά παιχνίδια το 2011. Τα παιχνίδια που στοχεύουν τα παιδιά και διαφημίζονται ως «δωρεάν παιχνίδια» αντιπροσωπεύουν ένα αυξανόμενο μερίδιο της ευρωπαϊκής αγοράς παιχνιδιών (50% όλων των παιχνιδιών κατά τους 12 τελευταίους μήνες).
Στη χώρα μας ελέγχθηκαν 10 ιστότοποι, ενώ στο πρώτο στάδιο ελέγχου (2012) οι 2 έχουν ήδη συμμορφωθεί και στους υπόλοιπους έχουν διαπιστωθεί παρατυπίες. Στο δεύτερο στάδιο επιβολής της νομοθεσίας (αποτελέσματα Οκτωβρίου 2013) το ποσοστό αντιστράφηκε πλήρως: 8 ιστότοποι έχουν συμμορφωθεί (από 9/10/2013) και 2 είναι οι ιστότοποι που υπόκεινται σε περαιτέρω διαδικασίες, με μικρές παρατυπίες ή που δεν λειτουργούν πλέον.
Πηγή: ΔΤ Ευρωπαϊκής Επιτροπής.